Το Σύμπαν είπε ΝΑΙ

Όρκο βαρύ της έδωσα, να μην τον πάρω πίσω,
συμβόλαιο  ανέκκλητο, με τους Θεούς Μαρτύρους,
να γίνει η  Βασίλισσα, ο Ήλιος κι’ Οδηγός μου,
κι’ εγώ να  μείνω  όρθιος, να πολεμώ γι’ Αυτήν.

Να γίνει  Θείο βάλσαμο, χάδι και μελωδία,
το  άγγιγμά της  σκίρτημα και τίναγμα καρδιάς,
τ’ αγκάλιασμά  της πέταγμα, σε  κόσμους των  αιθέρων,
του  Έρωτά της το  κρασί,  Φωτιά και Θεία  λάμψη.

Τον  Όρκο που  υπόγραψα, σ’ ένα  χρυσό  βιβλίο,
που  το  κρατούσε Άγγελος, μ’ αστραφτερή  Στολή,
κι’  είδα να  γράφει  κωδικούς, που  ήτανε οι ίδιοι.
Μετά τη  Μάχη  πούδωσα: Το Σύμπαν είπε, ΝΑΙ.

Κι’ ακούστηκε ο Όρκος μου, με καθαρή φωνή.
Και γράφτηκαν με γράμματα, με πύρινη ρομφαία,
οι παρακάτω στοχασμοί και η υπόσχεσή μου,
υπόσχεση ανέκκλητη, με Θεϊκή σφραγίδα.
Είσαι  νεράιδα  ζηλευτή, το πιο λαμπρό  Αστέρι,
γεφύρι  απ’ τον  κόσμο των  θνητών, προς την  Αθανασία,
της  μοίρας μου  κατοπτρισμός, στον  κόσμο του  Ονείρου.
Δώρο  Θεού,  συμβόλαιο και όρκος  προσφοράς.

Έρωτα στη μάχη ανίκητε, Έρωτα που σε όποιους πέφτεις τους κάνεις
δικούς σου και ξενυχτάς στα τρυφερά μάγουλα της κοπέλας….
Κανένας δεν μπόρεσε να σου ξεφύγει, ούτε Θεός, ούτε εφήμερος Άνθρωπος’.
Σοφοκλής